Anonymous

αἰολομίτρης: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αἰολομίτρης:''' -ου, ὁ ([[μίτρα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει λαμπερή ή αστραφτερή [[ζώνη]] ([[επειδή]] ήταν επιμεταλλωμένη), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που έχει ποικιλόχρωμη, πολύχρωμη [[τιάρα]] ([[μίτρα]]), σε Θεόκρ.
|lsmtext='''αἰολομίτρης:''' -ου, ὁ ([[μίτρα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει λαμπερή ή αστραφτερή [[ζώνη]] ([[επειδή]] ήταν επιμεταλλωμένη), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που έχει ποικιλόχρωμη, πολύχρωμη [[τιάρα]] ([[μίτρα]]), σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''αἰολομίτρης:''' ου adj. m<br /><b class="num">1)</b> опоясанный сверкающим или пестрым поясом (Ὀρέσβιος Hom.);<br /><b class="num">2)</b> (v. l. αἰολόμιτρος) с пестрой митрой на голове ([[Πέρσαι]] Theocr.).
}}
}}