3,274,873
edits
(2) |
(1) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἄμουσος:''' -ον ([[μοῦσα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει τις Μούσες, [[χωρίς]] [[καλαισθησία]], [[απολίτιστος]], [[άξεστος]], [[άκομψος]], σε Ευρ., Αριστοφ.· επίρρ. <i>-σως</i>, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> [[χωρίς]] την [[αίσθηση]] της μουσικής, σε Ευρ.· <i>ἀμουσόταται ᾠδαί</i>, στον ίδ. | |lsmtext='''ἄμουσος:''' -ον ([[μοῦσα]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει τις Μούσες, [[χωρίς]] [[καλαισθησία]], [[απολίτιστος]], [[άξεστος]], [[άκομψος]], σε Ευρ., Αριστοφ.· επίρρ. <i>-σως</i>, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> [[χωρίς]] την [[αίσθηση]] της μουσικής, σε Ευρ.· <i>ἀμουσόταται ᾠδαί</i>, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἄμουσος:''' <b class="num">1)</b> чуждый музам, т. е. непричастный к искусствам, необразованный, непросвещенный, невежественный (ἄ. καὶ [[ἀγράμματος]] Plat.; ἄ. καὶ [[ἄτεχνος]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> безвкусный, грубый ([[ἡδονή]] Plat.; ῷδαί Eur.). | |||
}} | }} |