3,274,133
edits
(2) |
(1) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀμφισβήτησις:''' -εως, ἡ ([[ἀμφισβητέω]]), [[διαμάχη]], [[αντίλογος]], [[φιλονικία]], [[αμφισβήτηση]], <i>ἀμφ.γίγνεται</i> (ή <i>ἐστι</i>) [[περί]] τινος, σε Πλάτ.· ἀμφισβήτησιν [[ἔχει]], επιδέχεται [[αμφιβολία]], σε Αριστ. | |lsmtext='''ἀμφισβήτησις:''' -εως, ἡ ([[ἀμφισβητέω]]), [[διαμάχη]], [[αντίλογος]], [[φιλονικία]], [[αμφισβήτηση]], <i>ἀμφ.γίγνεται</i> (ή <i>ἐστι</i>) [[περί]] τινος, σε Πλάτ.· ἀμφισβήτησιν [[ἔχει]], επιδέχεται [[αμφιβολία]], σε Αριστ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀμφισβήτησις:''' εως ἡ спор, разногласие Polyb., Plut.: ἀ. περί τινος Plat. спор о чем-л.; ἀμφισβήτησιν ἔχειν Arst. быть спорным, сомнительным. | |||
}} | }} |