Anonymous

ἀνακαινόω: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνακαινόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, [[ανανεώνω]], [[αποκαθιστώ]] — Παθ., ανανεώνομαι, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἀνακαινόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, [[ανανεώνω]], [[αποκαθιστώ]] — Παθ., ανανεώνομαι, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνακαινόω:''' NT = [[ἀνακαινουργέω]].
}}
}}