3,274,873
edits
(2) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνασεύομαι:''' Παθ., μόνο στον συγκεκ. αόρ. βʹ αἶμα..[[ἀνέσσυτο]], το [[αίμα]] ανέβλυσε, ξεχύθηκε, σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''ἀνασεύομαι:''' Παθ., μόνο στον συγκεκ. αόρ. βʹ αἶμα..[[ἀνέσσυτο]], το [[αίμα]] ανέβλυσε, ξεχύθηκε, σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνασεύομαι:''' брызгать ([[αἷμα]] [[ἀνέσσυτο|ἀνέσσῠτο]] Hom.). | |||
}} | }} |