Anonymous

ἀνομοθέτητος: Difference between revisions

From LSJ
1
(4)
(1)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνομοθέτητος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν ορίστηκε, δεν διευθετήθηκε με νόμο<br /><b>2.</b> αυτός που δεν προσαρμόζεται στα νομοθετημένα, [[αρρύθμιστος]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνομοθέτητος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν ορίστηκε, δεν διευθετήθηκε με νόμο<br /><b>2.</b> αυτός που δεν προσαρμόζεται στα νομοθετημένα, [[αρρύθμιστος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνομοθέτητος:''' <b class="num">1)</b> не предусмотренный законом (ἀνομοθέτη κεῖσθαι Plat.);<br /><b class="num">2)</b> не упорядоченный законами, живущий без законов (τὸ [[ἥμισυ]] τῆς πόλεως Arst.).
}}
}}