Anonymous

ἀπελευθερικός: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπελευθερικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει στην [[τάξη]] των απελευθέρων, δηλ. των [[δούλων]] που έχουν απελευθερωθεί, σε Πλούτ.
|lsmtext='''ἀπελευθερικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει στην [[τάξη]] των απελευθέρων, δηλ. των [[δούλων]] που έχουν απελευθερωθεί, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπελευθερικός:''' (лат. [[libertinus]]) вольноотпущенный или происходящий от вольноотпущенника ([[ἄνθρωπος]] Plut.).
}}
}}