Anonymous

ἀπηλιωτικός: Difference between revisions

From LSJ
1
(5)
(1)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπηλιωτικός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που προέρχεται από το [[μέρος]] του απηλιώτη, από την [[ανατολή]].
|mltxt=[[ἀπηλιωτικός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που προέρχεται από το [[μέρος]] του απηλιώτη, από την [[ανατολή]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπηλιωτικός:''' дующий с востока (πνεύματα, [[ἄνεμος]] Arst.).
}}
}}