Anonymous

ἀποίητος: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποίητος:''' -ον, αυτός που δεν έγινε, ακυρωμένος, σε Πίνδ.· αυτός που δεν είναι δυνατόν να γίνει, [[αδύνατος]], [[απραγματοποίητος]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''ἀποίητος:''' -ον, αυτός που δεν έγινε, ακυρωμένος, σε Πίνδ.· αυτός που δεν είναι δυνατόν να γίνει, [[αδύνατος]], [[απραγματοποίητος]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποίητος:''' <b class="num">1)</b> незаконченный, незавершенный Pind., Men.;<br /><b class="num">2)</b> невыполнимый, неосуществимый Plut.
}}
}}