Anonymous

ἀποσποδέω: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποσποδέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[φθείρω]] [[κάτι]] εντελώς, το [[καταστρέφω]] μέσω της χρήσης· <i>ἀποσποδῆσαι τοὺς ὄνυχας</i>, [[καταστρέφω]] φθείροντας τα δάχτυλα των ποδιών μου, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἀποσποδέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[φθείρω]] [[κάτι]] εντελώς, το [[καταστρέφω]] μέσω της χρήσης· <i>ἀποσποδῆσαι τοὺς ὄνυχας</i>, [[καταστρέφω]] φθείροντας τα δάχτυλα των ποδιών μου, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποσποδέω:''' стирать до основания (τοὺς ὄνυχας Arph.).
}}
}}