Anonymous

ἀπότιλμα: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπότιλμα:''' -ατος, τό, το [[μέρος]] που έχει αποσπαστεί, που έχει μαδηθεί, σε Θεόφρ.
|lsmtext='''ἀπότιλμα:''' -ατος, τό, το [[μέρος]] που έχει αποσπαστεί, που έχει μαδηθεί, σε Θεόφρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπότιλμα:''' ατος τό выщипанные волосы, т. е. клок (γραιᾶν ἀποτίλματα πηρᾶν Theocr.).
}}
}}