Anonymous

ἁρπάγιμος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἁρπάγιμος:''' -η, -ον ([[ἁρπάζω]]), αυτός που έχει αρπαγεί, κλαπεί, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἁρπάγιμος:''' -η, -ον ([[ἁρπάζω]]), αυτός που έχει αρπαγεί, κλαπεί, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁρπάγιμος:''' похищенный ([[ψυχή]] Anth.).
}}
}}