Anonymous

ἄρθεν: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄρθεν:''' Επικ. αντί <i>ἤρθησαν</i>, γʹ πληθ. αορ. αʹ του [[ἀραρίσκω]].
|lsmtext='''ἄρθεν:''' Επικ. αντί <i>ἤρθησαν</i>, γʹ πληθ. αορ. αʹ του [[ἀραρίσκω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄρθεν:''' (= ἤρθησαν) эп. 3 л. pl. aor. pass. к [[ἀραρίσκω]].
}}
}}