Anonymous

ἀσήμαντος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀσήμαντος:''' -ον ([[σημαίνω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αρχηγό ή ποιμένα, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[ασφράγιστος]], [[ασημείωτος]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ἀσήμαντος:''' -ον ([[σημαίνω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει αρχηγό ή ποιμένα, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[ασφράγιστος]], [[ασημείωτος]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσήμαντος:''' [[σημαίνω]]<br /><b class="num">1)</b> не меченный ([[βοῦς]] Her.): ἀ. τινος Plat. лишенный какого-л. признака; τὰ σεσημασμένα καὶ τὰ ἀσήμαντα Plat. вещи, как опечатанные, так и неопечатанные;<br /><b class="num">2)</b> ничего не обозначающий, лишенный значения ([[φωνή]] Plut.; [[λέξις]] Diog. L.).<br />[[σημάντωρ]] оставшийся без пастуха, беспризорный (μῆλα Hom.).
}}
}}