Anonymous

ἄσπιλος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄσπῐλος:''' -ον ([[σπίλος]]), αυτός που δεν έχει [[κηλίδα]], [[σημάδι]], [[ακηλίδωτος]], σε Ανθ., Κ.Δ.
|lsmtext='''ἄσπῐλος:''' -ον ([[σπίλος]]), αυτός που δεν έχει [[κηλίδα]], [[σημάδι]], [[ακηλίδωτος]], σε Ανθ., Κ.Δ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄσπῐλος:''' <b class="num">1)</b> не имеющий пятен ([[μῆλον]] [[στρούθειον]] Anth.);<br /><b class="num">2)</b> непорочный ([[ἀμνός]] NT).
}}
}}