3,270,341
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀσφᾰρᾰγέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> (<i>α ευφωνικό</i>, <i>σφαραγέω</i>), [[αντηχώ]], [[δημιουργώ]] οξύ μεταλλικό ήχο, λέγεται για οπλισμένους άντρες, σε Θεόκρ. | |lsmtext='''ἀσφᾰρᾰγέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> (<i>α ευφωνικό</i>, <i>σφαραγέω</i>), [[αντηχώ]], [[δημιουργώ]] οξύ μεταλλικό ήχο, λέγεται για οπλισμένους άντρες, σε Θεόκρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀσφᾰραγέω:''' бряцать, лязгать (χαλκῷ Thuc. - v. l. к [[ἀμφαγείρομαι]]). | |||
}} | }} |