Anonymous

ἀσύντακτος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀσύντακτος:''' αρχ. Αττ. ἀ-ξύντακτος, -ον,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που δεν παρατάσσεται μαζί με· λέγεται για στρατιώτες, αυτός που δεν βρίσκεται στην [[παράταξη]] της μάχης, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[άτακτος]], [[ακατάστατος]], απείθαρχος, σε Θουκ., Ξεν.<br /><b class="num">3.</b> αυτός που δεν εντάσσεται στο κοινωνικό [[σύνολο]], στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> αυτός που δεν βρίσκεται στον φορολογικό κατάλογο, απαλλαγμένος από τις δημόσιες υποχρεώσεις, σε Δημ.
|lsmtext='''ἀσύντακτος:''' αρχ. Αττ. ἀ-ξύντακτος, -ον,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που δεν παρατάσσεται μαζί με· λέγεται για στρατιώτες, αυτός που δεν βρίσκεται στην [[παράταξη]] της μάχης, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[άτακτος]], [[ακατάστατος]], απείθαρχος, σε Θουκ., Ξεν.<br /><b class="num">3.</b> αυτός που δεν εντάσσεται στο κοινωνικό [[σύνολο]], στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> αυτός που δεν βρίσκεται στον φορολογικό κατάλογο, απαλλαγμένος από τις δημόσιες υποχρεώσεις, σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσύντακτος:''' староатт. [[ἀξύντακτος]] 2<br /><b class="num">1)</b> не построенный в боевом порядке (ἔπαιον συντεταγμένοι ἀσυντάκτους Xen.; ἀσύντακτοι καὶ σποράδες Plut.);<br /><b class="num">2)</b> беспорядочный, недисциплинированный (sc. πολέμιοι Xen.; [[ἀναρχία]] Thuc.);<br /><b class="num">3)</b> несоразмерный, нескладный ([[σῶμα]] Xen.);<br /><b class="num">4)</b> неподготовленный Plut.;<br /><b class="num">5)</b> не внесенный в списки Dem., Diog. L.
}}
}}