Anonymous

ἀστυγείτων: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀστῠγείτων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[κοντινός]] ή [[γειτονικός]] σε μια πόλη, σε Ηρόδ., Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> ως ουσ., [[γειτονικός]] σε μια πόλη, γειτνιάζων, όμορος, σε Ηρόδ., Θουκ.
|lsmtext='''ἀστῠγείτων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[κοντινός]] ή [[γειτονικός]] σε μια πόλη, σε Ηρόδ., Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> ως ουσ., [[γειτονικός]] σε μια πόλη, γειτνιάζων, όμορος, σε Ηρόδ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀστυγείτων:''' 2, gen. ονος<br /><b class="num">1)</b> соседний, сопредельный (σκοπαί Aesch.; [[πόλις]] Eur., Her., Plut.);<br /><b class="num">2)</b> Arst. = [[ἀστυγειτονικός]].<br /><b class="num">[[ἀστυγείτων|ἀστῠγείτων]]:</b> ονος ὁ соседнее государство, сопредельная страна Her., Thuc.
}}
}}