Anonymous

ἀττικίζω: Difference between revisions

From LSJ
1b
(6)
(1b)
Line 10: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἀττικίζω]]) [[αττικός]]<br />[[μιλώ]] ή [[γράφω]] στην αττική διάλεκτο, [[μιμούμαι]] την αττική διάλεκτο<br /><b>αρχ.</b><br />[[παίρνω]] το [[μέρος]] των Αθηναίων, τάσσομαι με τους Αθηναίους.
|mltxt=(AM [[ἀττικίζω]]) [[αττικός]]<br />[[μιλώ]] ή [[γράφω]] στην αττική διάλεκτο, [[μιμούμαι]] την αττική διάλεκτο<br /><b>αρχ.</b><br />[[παίρνω]] το [[μέρος]] των Αθηναίων, τάσσομαι με τους Αθηναίους.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀττῐκίζω:''' <b class="num">1)</b> быть на стороне Аттики, т. е. сочувствовать афинянам Thuc., Xen., Isocr., Dem., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> говорить на аттическом диалекте Luc.
}}
}}