3,277,309
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''αὐτοφόνος:''' -ον (*[[φένω]]), αυτός που αυτοκτονεί, αυτός που σκοτώνει [[μόνος]] του αυτούς που ανήκουν στην οικογένειά του, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''αὐτοφόνος:''' -ον (*[[φένω]]), αυτός που αυτοκτονεί, αυτός που σκοτώνει [[μόνος]] του αυτούς που ανήκουν στην οικογένειά του, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''αὐτοφόνος:''' убивающий себя или своих (κακά Aesch.; [[παλάμη]] Anth.): αὐ. [[τύμβος]] Anth. могила самоубийцы. | |||
}} | }} |