Anonymous

αὐτοπροαίρετος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(7)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[αὐτοπροαίρετος]], -ον) [[προαιρούμαι]]<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται με την ελεύθερη [[θέληση]] κάποιου, [[θεληματικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που ενεργεί ελεύθερα, αυτόβουλα<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ αὐτοπροαίρετον</i><br />[[δύναμη]] εκλογής.
|mltxt=-η, -ο (AM [[αὐτοπροαίρετος]], -ον) [[προαιρούμαι]]<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται με την ελεύθερη [[θέληση]] κάποιου, [[θεληματικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που ενεργεί ελεύθερα, αυτόβουλα<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ αὐτοπροαίρετον</i><br />[[δύναμη]] εκλογής.
}}
{{elru
|elrutext='''αὐτοπροαίρετος:''' самопроизвольный ([[κίνησις]] Arst.).
}}
}}