Anonymous

ἀφικάνω: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀφῐκάνω:''' [ᾱ], μόνο σε ενεστ. και παρατ. [[φτάνω]] σε, έχω έρθει σε, με αιτ., σε Όμηρ.
|lsmtext='''ἀφῐκάνω:''' [ᾱ], μόνο σε ενεστ. και παρατ. [[φτάνω]] σε, έχω έρθει σε, με αιτ., σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀφῐκάνω:''' (κᾱ) (только praes. и impf. ἀφίκανον) приходить, прибывать (τι и πρός τι Hom.).
}}
}}