Anonymous

βαθυσκαφής: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰθυσκᾰφής:''' -ές ([[σκάπτω]]), σκαμμένος [[βαθιά]], σε Σοφ.
|lsmtext='''βᾰθυσκᾰφής:''' -ές ([[σκάπτω]]), σκαμμένος [[βαθιά]], σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''βαθυσκᾰφής:''' глубоко разрытый: βαθυσκαφεῖ κόνει [[κρύψαι]] τι Soph. зарыть что-л. глубоко в землю.
}}
}}