3,274,919
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''βᾰναυσικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή προσιδιάζει στους εργάτες, χειρώνακτες· [[τέχνη]] βαναυσική, χειρωνακτική [[τέχνη]], Λατ. [[ars]] sellularia, σε Ξεν. | |lsmtext='''βᾰναυσικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή προσιδιάζει στους εργάτες, χειρώνακτες· [[τέχνη]] βαναυσική, χειρωνακτική [[τέχνη]], Λατ. [[ars]] sellularia, σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''βᾰναυσικός:''' ремесленный, ручной, тж. механический (τέναι Xen.). | |||
}} | }} |