3,274,125
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''γοργωπός:''' -όν (ὤψ), αυτός που έχει άγριο, βλοσυρό [[βλέμμα]], σε Αισχύλ., Ευρ.· επίσης, [[γοργώψ]], <i>-ῶπος</i>, <i>ὁ</i>, <i>ἡ</i>, σε Ευρ.· θηλ. [[γοργῶπις]], <i>-ιδος</i>, λέγεται για την Αθηνά, σε Σοφ. | |lsmtext='''γοργωπός:''' -όν (ὤψ), αυτός που έχει άγριο, βλοσυρό [[βλέμμα]], σε Αισχύλ., Ευρ.· επίσης, [[γοργώψ]], <i>-ῶπος</i>, <i>ὁ</i>, <i>ἡ</i>, σε Ευρ.· θηλ. [[γοργῶπις]], <i>-ιδος</i>, λέγεται για την Αθηνά, σε Σοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''γοργωπός:''' <b class="num">1)</b> со страшным взглядом (κόραι Eur.);<br /><b class="num">2)</b> грозный (ὀμμάτων [[σέλας]] Aesch.; βλεφάρων [[ἕδρα]] Eur.; [[ἀλέκτωρ]] Anth.). | |||
}} | }} |