Anonymous

γονικός: Difference between revisions

From LSJ
1b
(8)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή και -ιά, -ό (AM [[γονικός]], -ή, -όν) [[γόνος]]<br />Ι. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[γονή]], στο [[σπέρμα]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />ο [[κληρονομικός]]<br />II. (το ουδ. στον ενικό ως ουσ.) <b>μσν.-νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το πατρικό [[σπίτι]]<br /><b>2.</b> η πατρική [[περιουσία]]<br />III. (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) (μσν.- νεοελλ.)<br /><b>1.</b> οι γονείς<br /><b>2.</b> η [[οικογένεια]], οι συγγενείς<br /><b>3.</b> η οικογενειακή [[καταγωγή]]<br /><b>4.</b> οι πρόγονοι.
|mltxt=-ή και -ιά, -ό (AM [[γονικός]], -ή, -όν) [[γόνος]]<br />Ι. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[γονή]], στο [[σπέρμα]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />ο [[κληρονομικός]]<br />II. (το ουδ. στον ενικό ως ουσ.) <b>μσν.-νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το πατρικό [[σπίτι]]<br /><b>2.</b> η πατρική [[περιουσία]]<br />III. (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) (μσν.- νεοελλ.)<br /><b>1.</b> οι γονείς<br /><b>2.</b> η [[οικογένεια]], οι συγγενείς<br /><b>3.</b> η οικογενειακή [[καταγωγή]]<br /><b>4.</b> οι πρόγονοι.
}}
{{elru
|elrutext='''γονικός:''' семенной ([[ἔκκρισις]] Arst.).
}}
}}