Anonymous

δανός: Difference between revisions

From LSJ
150 bytes added ,  31 December 2018
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δᾱνός:''' -ή, -όν ([[δαίω]] Α), καμμένος, [[ξηρός]], αποξηραμένος, [[ξερός]], [[καύσιμος]], σε Ομήρ. Οδ.· υπερθ., <i>δανότατος</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''δᾱνός:''' -ή, -όν ([[δαίω]] Α), καμμένος, [[ξηρός]], αποξηραμένος, [[ξερός]], [[καύσιμος]], σε Ομήρ. Οδ.· υπερθ., <i>δανότατος</i>, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''δᾱνός:''' [[δαίω]] II] горючий, т. е. хорошо высушенный, сухой (ξύλα Hom., Arph.).
}}
}}