3,276,897
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δέρρις:''' -εως, ἡ ([[δέρος]]), δερμάτινο [[περίβλημα]] ή [[επένδυση]]· στον πληθ., παραπετάσματα δοράτων κρεμασμένα [[μπροστά]] από τα οχυρώματα (με σκοπό να εξασθενήσουν τη [[δύναμη]] των εχθρικών βελών, σε Θουκ.· πρβλ. [[διφθέρα]], κατεργασμένα δέρματα). | |lsmtext='''δέρρις:''' -εως, ἡ ([[δέρος]]), δερμάτινο [[περίβλημα]] ή [[επένδυση]]· στον πληθ., παραπετάσματα δοράτων κρεμασμένα [[μπροστά]] από τα οχυρώματα (με σκοπό να εξασθενήσουν τη [[δύναμη]] των εχθρικών βελών, σε Θουκ.· πρβλ. [[διφθέρα]], κατεργασμένα δέρματα). | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δέρρις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> Anth. = [[δέρμα]] 2;<br /><b class="num">2)</b> кожа для защиты от метательных снарядов (προκαλύμματα εἶχε δέρρεις Thuc.). | |||
}} | }} |