Anonymous

δυσβίοτος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσβίοτος:''' -ον, αυτός που καθιστά τη [[ζωή]] άθλια, αξιοθρήνητη, [[πενίη]], σε Ανθ.
|lsmtext='''δυσβίοτος:''' -ον, αυτός που καθιστά τη [[ζωή]] άθλια, αξιοθρήνητη, [[πενίη]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσβίοτος:''' отягощающий жизнь, мучительный ([[πενίη]] Anth.).
}}
}}