Anonymous

δυσήνεμος: Difference between revisions

From LSJ
2
(10)
(2)
Line 13: Line 13:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δυσήνεμος]], -ον (Α)<br />αυτός που προσβάλλεται από ορμητικούς ανέμους.
|mltxt=[[δυσήνεμος]], -ον (Α)<br />αυτός που προσβάλλεται από ορμητικούς ανέμους.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσήνεμος:''' дор. [[δυσάνεμος]] 2 (ᾱ) колеблемый ветрами, зыбучий ([[θίς]] Soph.).
}}
}}