Anonymous

δυσοδοπαίπαλος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσοδοπαίπᾰλος:''' -ον ([[ὁδός]], [[παιπαλόεις]]), [[δύσκολος]] και [[πετρώδης]], [[δύσβατος]], [[ανώμαλος]], [[απότομος]], [[τραχύς]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''δυσοδοπαίπᾰλος:''' -ον ([[ὁδός]], [[παιπαλόεις]]), [[δύσκολος]] και [[πετρώδης]], [[δύσβατος]], [[ανώμαλος]], [[απότομος]], [[τραχύς]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσοδοπαίπᾰλος:''' досл. непроходимый из-за скал, недоступный, перен. непознаваемый ([[λάχη]] [[θεῶν]] Aesch. - v. l. [[δυσκολοπαίπαλος]]).
}}
}}