Anonymous

δυήπαθος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυήπᾰθος:''' -ον ([[παθεῖν]]), αυτός που υποφέρει [[πολλά]], [[ταλαίπωρος]], βασανισμένος, σε Ομηρ. Ύμν.
|lsmtext='''δυήπᾰθος:''' -ον ([[παθεῖν]]), αυτός που υποφέρει [[πολλά]], [[ταλαίπωρος]], βασανισμένος, σε Ομηρ. Ύμν.
}}
{{elru
|elrutext='''δυήπᾰθος:''' мучительный, трудный (ἐργασίη HH).
}}
}}