Anonymous

εἰκόνισμα: Difference between revisions

From LSJ
2
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[κόνισμα]], το (AM [[εἰκόνισμα]], Μ και εἰκόνισμαν)<br />η έγχρωμη [[απεικόνιση]] άγιων μορφών, σκηνών και επεισοδίων της Αγίας Γραφής σε [[ξύλο]] ή σε τοίχο για λατρευτικούς σκοπούς<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «τον έχω [[κόνισμα]]» — τον [[αγαπώ]] και τον [[σέβομαι]] [[πάρα]] πολύ<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[προσωπογραφία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εικόνα]] ή [[άγαλμα]].
|mltxt=και [[κόνισμα]], το (AM [[εἰκόνισμα]], Μ και εἰκόνισμαν)<br />η έγχρωμη [[απεικόνιση]] άγιων μορφών, σκηνών και επεισοδίων της Αγίας Γραφής σε [[ξύλο]] ή σε τοίχο για λατρευτικούς σκοπούς<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «τον έχω [[κόνισμα]]» — τον [[αγαπώ]] και τον [[σέβομαι]] [[πάρα]] πολύ<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[προσωπογραφία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εικόνα]] ή [[άγαλμα]].
}}
{{elru
|elrutext='''εἰκόνισμα:''' ατος τό Anth. = [[εἰκών]] 1.
}}
}}