Anonymous

εἱρκτή: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἱρκτή:''' Ιων. [[ἑρκτή]], ἡ ([[εἵργω]]), εσώκλειστο [[μέρος]], [[φυλακή]], σε Ηρόδ.· επίσης, το εσωτερικό [[μέρος]] ενός σπιτιού, τα γυναικεία «διαμερίσματα», σε Ξεν.
|lsmtext='''εἱρκτή:''' Ιων. [[ἑρκτή]], ἡ ([[εἵργω]]), εσώκλειστο [[μέρος]], [[φυλακή]], σε Ηρόδ.· επίσης, το εσωτερικό [[μέρος]] ενός σπιτιού, τα γυναικεία «διαμερίσματα», σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''εἱρκτή:''' ион. [[ἑρκτή]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> темница, тюрьма Her., Thuc., Xen., Plut., pl. Eur.;<br /><b class="num">2)</b> внутренняя часть дома, женская половина Xen.
}}
}}