Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐπεισοδιώδης: Difference between revisions

From LSJ
2
(13)
(2)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπεισοδιώδης]], -ες (Α) [[επεισόδιο]]<br /><b>1.</b> παραφορτωμένος με επεισόδια («τῶν δὲ ἁπλῶν μύθων καὶ πράξεων αἱ ἐπεισοδιώδεις εἰσὶν χείριστοι», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[ασύνδετος]], [[ασυνάρτητος]] λογικά.
|mltxt=[[ἐπεισοδιώδης]], -ες (Α) [[επεισόδιο]]<br /><b>1.</b> παραφορτωμένος με επεισόδια («τῶν δὲ ἁπλῶν μύθων καὶ πράξεων αἱ ἐπεισοδιώδεις εἰσὶν χείριστοι», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[ασύνδετος]], [[ασυνάρτητος]] λογικά.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπεισοδιώδης:''' <b class="num">1)</b> эпизодический, несвязный ([[μῦθος]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> изобилующий эпизодическими вставками ([[ὥσπερ]] μοχθερὰ [[τραγῳδία]] Arst.).
}}
}}