Anonymous

ἐπιγράβδην: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιγράβδην:''' επίρρ. ([[ἐπιγράφω]]), ξύνοντας την [[επιφάνεια]], γδέρνοντας την [[επίστρωση]], Λατ. [[strictim]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἐπιγράβδην:''' επίρρ. ([[ἐπιγράφω]]), ξύνοντας την [[επιφάνεια]], γδέρνοντας την [[επίστρωση]], Λατ. [[strictim]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιγράβδην:''' adv. (слегка) задев, оцарапав (πῆχυν χειρός τινα ἐ. [[βαλεῖν]] Hom.).
}}
}}