Anonymous

ἐπιθαλάμιος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιθᾰλάμιος:''' -ον ([[θάλαμος]]), [[γαμήλιος]], σε Λουκ.· ως ουσ., [[ἐπιθαλάμιος]], <i>ὁ</i>, ή <i>ἡ</i> (ενν. [[ὕμνος]] ή [[ᾠδή]]), γαμήλιο [[τραγούδι]], σε Θεόκρ., Λουκ.
|lsmtext='''ἐπιθᾰλάμιος:''' -ον ([[θάλαμος]]), [[γαμήλιος]], σε Λουκ.· ως ουσ., [[ἐπιθαλάμιος]], <i>ὁ</i>, ή <i>ἡ</i> (ενν. [[ὕμνος]] ή [[ᾠδή]]), γαμήλιο [[τραγούδι]], σε Θεόκρ., Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιθᾰλάμιος:''' свадебный, брачный ([[ἐπιβουλή]] Luc.): ὁ ἐ. (sc. [[ὕμνος]]) или ἡ ἐ. (sc. ῷδή) Theocr., Luc. эпиталама, свадебная песнь.
}}
}}