Anonymous

ἐρίτιμος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐρίτῑμος:''' -ον ([[τιμή]]), [[βαρύτιμος]], [[πολύτιμος]], [[ακριβός]], σε Ομήρ. Ιλ., Αριστοφ.
|lsmtext='''ἐρίτῑμος:''' -ον ([[τιμή]]), [[βαρύτιμος]], [[πολύτιμος]], [[ακριβός]], σε Ομήρ. Ιλ., Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐρίτῑμος:''' высоко ценящийся, драгоценный ([[χρυσός]], [[αἰγίς]] Hom.; τρίποδες HH, Arph.).
}}
}}