Anonymous

εὐσύμβλητος: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐσύμβλητος:''' αρχ. Αττ. εὐ-ξυμβ-, -ον, = το επόμ., σε Ηρόδ., Αισχύλ.
|lsmtext='''εὐσύμβλητος:''' αρχ. Αττ. εὐ-ξυμβ-, -ον, = το επόμ., σε Ηρόδ., Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''εὐσύμβλητος:''' староатт. [[εὐξύμβλητος]] 2 легко разгадываемый, нетрудный для истолкования ([[χρησμῳδία]] Aesch.; [[τέρας]] Her.).
}}
}}