Anonymous

θεόγονος: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θεόγονος:''' -ον ([[γίγνομαι]]), ο γεννημένος από θεό, [[θεϊκός]], [[ουράνιος]], σε Ευρ.
|lsmtext='''θεόγονος:''' -ον ([[γίγνομαι]]), ο γεννημένος από θεό, [[θεϊκός]], [[ουράνιος]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''θεόγονος:''' рожденный богами, божественного происхождения (γάμοι Eur.).
}}
}}