Anonymous

ἡμιπέλεκκον: Difference between revisions

From LSJ
2b
(4)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἡμιπέλεκκον:''' (διπλό <i>κ</i>, [[χάριν]] του μέτρου), τό ([[πέλεκυς]]), μισό [[τσεκούρι]], [[μισός]] [[πέλεκυς]], δηλ. το [[τσεκούρι]] που έχει [[μία]] [[κόψη]], ο [[μονόστομος]] [[πέλεκυς]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἡμιπέλεκκον:''' (διπλό <i>κ</i>, [[χάριν]] του μέτρου), τό ([[πέλεκυς]]), μισό [[τσεκούρι]], [[μισός]] [[πέλεκυς]], δηλ. το [[τσεκούρι]] που έχει [[μία]] [[κόψη]], ο [[μονόστομος]] [[πέλεκυς]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἡμῐπέλεκκον:''' τό полусекира, т. е. боевая секира с односторонним лезвием Hom.
}}
}}