Anonymous

θολώδης: Difference between revisions

From LSJ
2b
(17)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θολώδης]], -ες ΑΜ<br />[[θολός]]<br />([[κυρίως]] για [[νερό]] ή καπνό ή [[φωτιά]]) [[θολός]], [[ακάθαρτος]], [[ταραγμένος]], [[βορβορώδης]].
|mltxt=[[θολώδης]], -ες ΑΜ<br />[[θολός]]<br />([[κυρίως]] για [[νερό]] ή καπνό ή [[φωτιά]]) [[θολός]], [[ακάθαρτος]], [[ταραγμένος]], [[βορβορώδης]].
}}
{{elru
|elrutext='''θολώδης:''' наполненный мутью, помутневший (ἐν τοῖς θολώδεσιν - sc. τόποις - κρύπτει ἑαυτὸν ὁ [[βάτραχος]] Arst.).
}}
}}