3,273,066
edits
(5) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''θρεπτήριος:''' -ον ([[τρέφω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι σε [[θέση]] να θρέψει ή να μεγαλώσει κάποιον, [[θρεπτικός]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> [[πλόκαμος]] [[θρεπτήριος]], [[μακριά]] [[κόμη]] που προσφέρεται σαν [[αφιέρωμα]] σε θεό, στον ίδ.<br /><b class="num">III. 1.</b> <i>θρεπτήρια</i>, <i>τά</i>, αμοιβές για [[ανατροφή]], σε Ομηρ. Ύμν.· επίσης, οι αντιπροσφορές που γίνονται από τα [[παιδιά]] προς τους γονείς για την [[ανατροφή]] τους, σε Ησίοδ.<br /><b class="num">2.</b> = [[τροφή]], [[θρέψη]], [[διατροφή]], [[συντήρηση]], σε Σοφ. | |lsmtext='''θρεπτήριος:''' -ον ([[τρέφω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι σε [[θέση]] να θρέψει ή να μεγαλώσει κάποιον, [[θρεπτικός]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> [[πλόκαμος]] [[θρεπτήριος]], [[μακριά]] [[κόμη]] που προσφέρεται σαν [[αφιέρωμα]] σε θεό, στον ίδ.<br /><b class="num">III. 1.</b> <i>θρεπτήρια</i>, <i>τά</i>, αμοιβές για [[ανατροφή]], σε Ομηρ. Ύμν.· επίσης, οι αντιπροσφορές που γίνονται από τα [[παιδιά]] προς τους γονείς για την [[ανατροφή]] τους, σε Ησίοδ.<br /><b class="num">2.</b> = [[τροφή]], [[θρέψη]], [[διατροφή]], [[συντήρηση]], σε Σοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''θρεπτήριος:''' <b class="num">1)</b> питающий, кормящий ([[μαστός]] Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> служащий наградой за воспитание ([[πλόκαμος]] Ἰνάχῳ θ. Aesch.). | |||
}} | }} |