Anonymous

κηφήνιον: Difference between revisions

From LSJ
3
(6_22)
(3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κηφήνιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[κηφήν]], ὁ κηφὴν ἐν καταστάσει ἐμβρύου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 7.
|lstext='''κηφήνιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[κηφήν]], ὁ κηφὴν ἐν καταστάσει ἐμβρύου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 7.
}}
{{elru
|elrutext='''κηφήνιον:''' τό маленький трутень Arst.
}}
}}