Anonymous

κίς: Difference between revisions

From LSJ
106 bytes added ,  31 December 2018
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κίς:''' ὁ, γεν. <i>κιός</i>, αιτ. <i>κίν</i>, [[σκουλήκι]] ξύλου ή καλαμποκιού, [[σιταρόψειρα]], Λατ. curaulio, σε Πίνδ.
|lsmtext='''κίς:''' ὁ, γεν. <i>κιός</i>, αιτ. <i>κίν</i>, [[σκουλήκι]] ξύλου ή καλαμποκιού, [[σιταρόψειρα]], Λατ. curaulio, σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''κίς:''' κιός ὁ (acc. κῖν) хлебный жучок [[Sappho]], Pind.
}}
}}