Anonymous

κοιλόπεδος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κοιλόπεδος:''' -ον ([[πέδον]]), αυτός που κείται σε κοίλο [[πεδίο]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''κοιλόπεδος:''' -ον ([[πέδον]]), αυτός που κείται σε κοίλο [[πεδίο]], σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''κοιλόπεδος:''' расположенный в глубине, глубоко лежащий ([[νάπη]] Pind.).
}}
}}