Anonymous

κολερός: Difference between revisions

From LSJ
3
(6_4)
(3)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κολερός''': ά, ον, ([[κόλος]]) ἔχων βραχὺ [[ἔριον]], ὄϊες Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 10, 5.
|lstext='''κολερός''': ά, ον, ([[κόλος]]) ἔχων βραχὺ [[ἔριον]], ὄϊες Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 10, 5.
}}
{{elru
|elrutext='''κολερός:''' [[κόλος]] короткошерстый (ὄϊες Arst.).
}}
}}