Anonymous

κώνειον: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κώνειον:''' τό, «βρωμόχορτο», Λατ. [[cicuta]]· το [[δηλητήριο]] του φυτού [[αυτού]], με το οποίο οι εγκληματίες καταδικάζονταν σε θάνατο στην Αθήνα, σε Αριστοφ. κ.λπ.
|lsmtext='''κώνειον:''' τό, «βρωμόχορτο», Λατ. [[cicuta]]· το [[δηλητήριο]] του φυτού [[αυτού]], με το οποίο οι εγκληματίες καταδικάζονταν σε θάνατο στην Αθήνα, σε Αριστοφ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''κώνειον:''' τό сок цикуты (которым отравляли в Афинах приговоренных к смертной казни) (τὸ κ. или κώνεια [[πιεῖν]] Xen., Plat., Arph.).
}}
}}