3,270,339
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λευκόπους:''' ὁ, ἡ, λευκόπουν, τό, αυτός που έχει [[λευκά]] πόδια ή που έχει [[γυμνά]] πόδια, σε Ευρ. | |lsmtext='''λευκόπους:''' ὁ, ἡ, λευκόπουν, τό, αυτός που έχει [[λευκά]] πόδια ή που έχει [[γυμνά]] πόδια, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λευκόπους:''' 2, gen. ποδος с белыми ступнями, т. е. босоногий Eur., Arph. | |||
}} | }} |