3,274,447
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λιμνοφῠής:''' -ές ([[φύομαι]]), αυτός που φυτρώνει στις λίμνες ή στα έλη, σε Ανθ. | |lsmtext='''λιμνοφῠής:''' -ές ([[φύομαι]]), αυτός που φυτρώνει στις λίμνες ή στα έλη, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λιμνοφῠής:''' растущий в стоячих водах, болотный ([[δόναξ]] Anth.). | |||
}} | }} |